Η Ρόζα ήταν ένα μνημείο, ένα ανεπανάληπτο μνημείο. Εσύ ήσουν μιά ανεπανάληπτη περίπτωση εύθραυστης, έξυπνης και ευαίσθητης τραγουδίστριας. Η Εσκενάζι εκφράστηκε με προσοχή και σεβασμό γιά σένα. Είπε πως είσασταν λίγο σα το σκύλο με τη γάτα, πράγμα κατανοήσιμο. Η Ρόζα ήταν η περίπτωση της τσαχπίνας τραγουδίστριας που δημιουργούσε ηλεκτρικές εκκενώσεις γύρω της, πέρα απ΄τη σπουδαία φωνή και την πείρα της. Αυτό λειτούργησε σίγουρα σα κάτι επιπλέον στο να την επιλέγουν. Εσύ, δε μου δίνεις την εντύπωση ότι πατούσες σε κάτι τέτοιο.
Πέρα απ΄το ότι όλοι οι αρσενικοί του ρεμπέτικου που μίλησαν, ελάχιστα πράγματα είπαν γιά σας τις γυναίκες, με την περίπτωσή σου υπάρχει μιά περίεργη σιγή. Τις προάλλες, ξαναδιαβάζοντας αυτά που έχει πει ο Μιχάλης Γενήτσαρης στον Κώστα Χατζηδουλή (Ρεμπέτικη ιστορία 1, σελ. 153-154, εκδ. Νεφέλη), πρόσεξα ότι αναφέρει κάποιον Στελλάκη, "...ο Στελλάκης της Ρίτας, τσίμπαλο. Ο Στελλάκης που λέω, δεν είναι ο Περπινιάδης, αλλά ένας άλλος Στελλάκης που έπαιζε τσίμπαλο και επειδή είχε γκόμενα τη Ρίτα Αμπατζή τον λέγαμε, ο Στελλάκης της Ρίτας". Ίσως ο Στελλάκης να ήταν ο μετέπειτα άντρας σου. Σκεφτόμουνα ότι οι άντρες δε τα μπορούν αυτά, να είναι δηλαδή στη σκιά μιάς γυναίκας. Εμένα όμως μου αρέσει που τον λέγαν έτσι. Εσύ ήσουνα το λαμπερό άστρο κι όποιος έπεφτε κοντά σου θά΄πρεπε να σε φροντίζει, να σου ανοίγει το δρόμο.
Μετά την Κατοχή σταμάτησε ο κατακλυσμός των φονογραφήσεων. Μάλλον οι εταιρίες έκριναν πως πέρασε ο καιρός σου. Τα σμυρνέικα ήταν στραγγαλισμένα, μιά προσπάθεια που έγινε το 1939 με τον Β. Τσιτσάνη ("Απόψε να μην κοιμηθείς", μαζί με τον Στελλάκη Περπινιάδη), δεν είχε συνέχεια.
Στα σημειώματα γιά σένα αναφέρεται ότι δεν έκανες άλλες φονοληψίες μετά τον πόλεμο, πράγμα που δεν ευσταθεί. Συνέχισες με παραδοσιακά και υπάρχουν και κάποια 45άρια, ακόμα και μετά το 1960. Μόνο στη λίστα των 250 τραγουδιών που διαθέτει η σελίδα sealabs υπάρχουν εφτά τραγούδια ανάμεσα στο 1949-1952. Είναι τα:
1. Μες του Χελμού τα έλατα (1949) παραδοσιακό HMV AO2884
2. Χωριάτισσα (1949) παραδοσιακό, καταχωρημένο στο όνομά σου, ΗΜV AO-2884
3. Αχ, κι εσείς λελουδικά μου (1950) παραδοσιακό, καταχωρημένο στο όνομά σου, HMV AO-2995
4. Παντρεύουνε τη Βαγγελιώ (1950) παραδοσιακό, HMV AO-2975
5. Χωριατοπούλα του Μωριά (1950) παραδοσιακό, HMV AO-2975
6. Έφυγε η αγάπη μου (1950) καταχωρημένο στο όνομά σου
7. Κούνα, κούνα το κορμί σου (1952), σύνθεση του Θ. Μπουρλιάσκου, Parlophone B-74268
Σ΄όλα τα παραπάνω τραγούδια φαίνεται καθαρά πόσο καλά κάτεχες την τέχνη του παραδοσιακού, πού η όποια κούραση της φωνής σου περνάει σε δεύτερη μοίρα. Μάταια περιμένω ν΄ακούσω κάποιο "χαιρετισμό" σου σε μουσικό, να σ΄ακούσω να λες τ΄όνομά σου, αλλά το Ριτάκι σιωπά. Είχες περάσει πιά σε μιά άλλη διάσταση, δεν άντεχες και δε "σου λέγαν" πιά αυτά που άκουγες...
Ας σταματήσω σ΄ένα απ΄τα τελευταία τραγούδια σου, το "Έφυγε η αγάπη μου", που είναι ένας αργός καλαματιανός. Βρισκόμαστε στα 1950. Όταν ακούσει κανείς το τραγούδι προσεκτικά, διακρίνει ότι η φωνή σου είναι αρκετά καλή, αλλά υπάρχει μιά αισθητή αργοπορία σου να "μπεις" όταν είναι η στιγμή και ότι δυσκολεύεσαι να ξαναβρείς τη συνέχεια, μετά απ¨τα τσαλίμια που έκανες. Αυτό με κάνει να σκεφτώ ότι κάτι ένιωθες που δε σου πήγαινε καλά και παρακάλεσες να "πάτε" το τραγούδι σε αργότερο ρυθμό, ή ότι στο πρότειναν οι μουσικοί στις πρόβες, βλέποντας πως δυσκολευόσουνα. Αν αφήσω τη φαντασία μου να τρέξει μέσα στην αίθουσα φονοληψίας, βλέπω θολά το σεβασμό των μουσικών απέναντι σ΄ένα ζωντανό θρύλο, αλλά και αμήχανες ματιές στις μικρές καθυστερήσεις σου και την προσπάθεια του βιολιτζή να σε "πετάξει έξω". Θα τά΄νιωθες όλ΄αυτά, θα τά΄βλεπες με τα γλυκά και γρήγορα ματάκια σου. Τι να σκεφτόσουν εκείνες τις στιγμές; Θύμωνες με τον εαυτό σου, ή σκέπαζε τα μάτια σου μιά μεμβράνη μελαγχολίας;
Το 7, το "Κούνα, κούνα το κορμί σου", δυό χρόνια αργότερα, ίσως νά΄ναι το κύκνειο άσμα σου. Εκείνη τη μέρα είσαι 49 μόλις χρονώ, αλλά έχουν δει πολλά τα μάτια σου κι έχουν ακούσει πολλά τ΄αυτιά σου. Τραγουδάς, αλλά δε το λέει η ψυχούλα σου. Ο ήχος είναι κάτι πιά διαφορετικό, όχι εκείνο που ήξερες. Είναι ο ήχος της νέας Ελλάδας που έχει ανάγκη να ξεχάσει τα παλιά, που στήνει κάτι καινούριο, που έχουν μπει μέσα της οι αμερικάνικες Σειρήνες και την κάνουν ν΄αλλοιθωρίζει.. Το τραγούδι προσπαθεί να κρατήσει την παλιά ατμόσφαιρα, τους μάγκες, τα σουτζούκια και τα τσαντζίκια, χρησιμοποιεί φράσεις-κλισέ του παρελθόντος, μπαίνει όμως μες τους στίχους εκείνο το "και φωνάζουν να μας ζήσει το κουκλί της Κοκκινιάς, μιά και είναι το καμάρι και η σταρ της γειτονιάς"... Ναι, ξέρω, είναι ένα φιλικό πείραγμα, μιά σπόντα στην κατάσταση που έχει κιόλας επικρατήσει (και συνεχίζεται ακάθεκτη). Δε νομίζω ότι σε αφορούσαν πιά τέτοιες νύξεις. Οι άνθρωποι πιστεύουν, μετά από κάποια ηλικία, ότι δε μπορούν να παρακολουθήσουν πιά την "εξέλιξη" και, συνηθέστατα, το βιώνουν σαν ήττα, σα να άνοιξε η πόρτα των γερατειών μπροστά τους. Οι νέοι, παρατηρώντας τους, πιστεύουν το ίδιο. Εκείνο που αγνοούν και οι μεν και οι δε είναι ότι, υπάρχει μιά καθοριστική διαφορά ανάμεσα στο "δε μπορώ" και στο "δε θέλω να μπορώ". Το δεύτερο δε σημαίνει ανικανότητα αφομοίωσης, παρακολούθησης των τεκμαινομένων,δε σημαίνει αδυναμία κατανόησης των αλλαγών. Σημαίνει αποστασιοποίηση, συνειδητή αδιαφορία και απομάκρυνση. Στη δική σου περίπτωση, αν κάπως έτσι ένιωθες, θα σήμαινε κάτι σαν, "ρε παιδιά, εγώ έχω τραγουδήσει με μουσικούς που πιάναν πουλιά στον αέρα, με ανθρώπους σεβνταλήδες, με βαθύ μεράκι και μουσική μόρφωση που διαχέονταν μέχρι τον τελευταίο πόρο του σώματός τους. Αυτά τώρα τα πράγματα, τι να μου πουν;"... Πέφτω πολύ έξω, Ριτάκι;
Έτσι, απόμενε ο χώρος του παραδοσιακού τραγουδιού που τον κάτεχες πολύ καλά απ¨το παρελθόν. Συνέχισες με πανηγύρια γιατί, όσο κι αν η φωνή σου είχε χλωμιάσει, έβλεπε ο κόσμος και άκουγε μιά μεγάλη τραγουδίστρια που ξετύλιγε, έστω και με κουρασμένη φωνή, όλες τις φωνητικές και ασυναγώνιστες τεχνικές που είχε χτίσει με τα χρόνια.
Και κάποια μέρα, αυτή η μέρα που κανείς δε ξέρει πότε θά΄ρθει, αρρώστησες, τυραννίστηκες και έφυγες στα 66 σου χρόνια. Μας άφησες κληρονομιά έναν, μη καθορισμένο εντελώς ακόμα, αριθμό τραγουδιών (ίσως γύρω στα 400), σημαδεμένων από την ζεστή, λίγο βραχνή (βλ. 2η επιστολή - αδημοσίευτη ακόμα) και αισθησιακή φωνή σου.
Όταν ακούω εκείνο το υπέροχο τραγούδι του Στέλιου Χρυσίνη, τη "Μαργαρίτα", σκέφτομαι πως ίσως είναι ένα από τα απλούστερα, αλλά και καλύτερα δείγματα που τονίζουν πως όλη αυτή η ιστορία με τα "σμυρνέικα", είχε πολύ δρόμο ακόμα να κάνει. Αυτή η επαναλαμβανόμενη μελωδία, τα σίγουρα δάχτυλα του Χρυσίνη, οι πολύ καλοί στίχοι, η πάντα τέλεια φωνή σου, δείχνουν πεντακάθαρα πόσο τσαγανό υπήρχε ακόμα ανεκμετάλλευτο σ΄αυτή την ιστορία. Τί να γίνει; Οι ηλίθιοι είναι ακατανίκητοι... Το τραγούδι όμως αυτό, που γιά πολλούς/ές μπορεί να μη λέει πολλά πράγματα, ξεφεύγει από το γνωστό στιλ των "σμυρνέικων" και πάει κάπου αλλού. Η μελωδία του θα μπορούσε να είχε γραφτεί σήμερα και να μη βιώνεται σα μελωδία παλιότερων εποχών.
Πονάει πολύ που δε ξέρω περισσότερα γιά τη ζωή σου. Γιατί να προσπαθώ να μαντέψω ακούγοντας μοναχά τη φωνή σου; Σ΄ακούω στο παραδοσιακό "Τα λερωμενα τ΄άπλυτα" του 1930(;). Χαιρετάς το Σέμση, λέγοντας: "γειά σου, Σαλονικιέ μου, ποτέ να μην πεθάνεις!". Η φωνή σου, εκείνη τη στιγμή και όχι στο ίδιο το τραγούδι, ακούγεται βραχνή, κουρασμένη. Αν το τραγούδι χτυπήθηκε το 1930, εκείνη την ημέρα ήσουνα 27 μόλις χρονώ. Ήσουν απλά βραχνιασμένη από κρύωμα, ή ήταν κούραση της φωνής από άλλους λόγους; Παραπλήσια ακούγεσαι και σ΄άλλα παραδοσιακά εκείνα τα χρόνια, ενώ στα καθαρόαιμα "σμυρνέικα" του ίδιου καιρού, η φωνή σου είναι γάργαρη σα το νερό βουνήσιας πηγής. Στο επίσης παραδοσιακό "Τι έχεις βλάμη κι αρρωσταίνεις", κι αυτό του 1930, ακούγεσαι φρέσκια και κεφάτη. Χαιρετάς το Σαλονικιό κι αυτός, από το βάθος, σου ανταποδίδει, "γειά σου Ρίτα, αηδονολαλούσα!".
Δε καταφέρνω να καταλάβω... Δυό εκδοχές μπορώ να φανταστώ. Ή ότι η φωνή σου ήταν ευαίσθητη και φορτωνόταν πολύ, ή ότι οι ψυχικές σου ισορροπίες ήταν λεπτές και την επηρρέαζαν. Αν μπορούσα να μπω στη ψυχούλα σου...
Έφυγες, αφήνοντας στα χέρια του Πετρόπουλου ελάχιστες φωτογραφίες που δείχνουν μιά σοβαρή και αξιοπρεπή Ρίτα Αμπατζή. Νά΄ναι αιώνια η μνήμη σου. Σου εύχομαι να πλανιέται η ψυχή σου στα μέρη που αγάπησες, σε γλέντια ατέλειωτα μ΄αυτούς κι αυτές που σ΄αγάπησαν.
Σε βλέπω καθαρά να κάθεσαι σ΄ένα μεγάλο τραπέζι με κόσμο πολύ και νά΄σαι αφημένη και χαλαρή, εσύ απ΄τη μιά μεριά και η αδερφή σου η Σοφία απ΄την άλλη, στην αγκαλιά του πατέρα σας που τον στερηθήκατε και χάθηκε στα βάθη της Ανατολίας...
Θα σ΄έχω πάντα μέσα μου να φεγγίζεις. Θά΄σαι ως τη στερνή στιγμή μου κείνο το γλυκόλαλο, βραχνό αηδόνι που έδειξε τι θα πει τραγούδι από ψυχή και λαιμό Μικρασιάτικο...
Σάββατο 10 Μαΐου 2008
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου